logo
Η Γεωργία Κατσογριδάκη είναι διαιτολόγος διατροφολόγος με πολυετή πείρα στο χώρο της διατροφής. Είναι κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου στη Βιοτεχνολογία από το τμήμα Βιοχημείας, και υποψήφια διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας.
Κούμα 37, Λάρισα
6ης Οκτωβρίου 68, Ελασσόνα
2410 532 660
info@katsogridaki.gr
Follow

Χορήγηση L- καρνιτίνης σε αθλητές

Χορήγηση L- καρνιτίνης σε αθλητές

Η L- καρνιτίνη είναι μία ουσία η οποία κατά κύριο λόγο διευκολύνει την μεταφορά λιπαρών οξέων μακράς αλύσου μέσα στα μιτοχόνδρια για την επακόλουθη οξείδωση τους στις οδούς παραγωγής ενέργειας.  Συχνά εκφράζεται η υπόθεση ότι η αυξημένη διαθεσιμότητα καρνιτίνης οδηγεί σε αυξηση χρήσης του λίπους ως υπόστρωμα για την παραγωγή ενέργειας και ότι κάτι τέτοιο θα μπορουσε να οδηγήσει στην εξοικονόμηση του μυικού γλυκογόνου κατά τη διάρκεια της άσκησης.  Το γεγενός αυτό θα μπορουσε να καθυστερήσει την εμφάνιση της εξάντλησης.  Παρά τάτα τα διαθέσιμα στοιχεία δεν υποστηρίζουν την άποψη αυτή.  Τα στοιχεία από παλαιότερες μελέτες παρουσιάζουν μεγάλες διαφορές λόγω του ακατάλληλου ερευνητικού σχεδιασμού ή της δόσης που χορηγείται.  Ερευνητικές ομάδες όμως που χρησιμοποιησαν δόσεις έως και 2γρ ανέφεραν ότι δεν παρατήρησαν καμία επίδραση της συμπληρωματικής χορήγησης της καρνιτίνης στη χρήση υποστρωμάτων στο 50%VO2 max στις αλλαγές της περιεκτικότητας καρνιτίνης των μυών ή στο χρόνο άσκησης έως εξαντλησεως.  Σε μία έρευνα των Hultman et al υποστηρίχτηκε ότι η επιδραση της συμπληρωματιής χορηγησης καρνιτίνης στην αυξηση του μεταβολισμου του λίπους και στην ελαττώση της σύνθεσης γαλακτικού οξέος είναι ασθενής.  Η επιχειρηματολογία της συγκεκριμένης έρευνας βασιζόταν στο ότι η βιοδιαθεσιμότητα της καρνιτίνης που προσλαμβάνεται από το στόμα είναι μόνο 13% περίπου.  Αυτό σημαίνει ότι η πρόσληψη 2γρ καρνιτίνης θα έχει σαν αποτέλεσμα την απορρόφηση της ελάχιστησ ποσότητας των 0,8-1,6mol.  Όταν κατανέμεται ομοιόμορφα στους μύες, η ποσότητα αυξάνει τη συνολική περιεκτικότητα καρνιτίνης των μυών κατά 30-60μmol/kg μόνο, ποσότητα ίση με το 1-2% περίπου της συνολικής περιεκτικότητας καρνιτίνης των μυών.  Η ποσότητα αυτή είναι ξεκάθαρο ότι δεν επαρκεί για να εξηγήσει την επίδραση αυτή.  Σε γενικές γραμμές συμπεραινεται ότι η πρόσληψη L- καρνιτίνης από το στόμα δεν έχει καμία επίδραση στην απόδοση αντοχής ή στο μεταβολισμό λίπους.